ΟΣΤΕΟΠΟΡΩΣΗ
Τι είναι η οστεοπόρωση;
Η οστεοπόρωση είναι η πιο συχνή μεταβολική νόσος των οστών η οποία σαν αποτέλεσμα έχει τη σταδιακή ελάττωση της οστικής μάζας και τη διαταραχή της μικρο-αρχιτεκτονικής του οστού με συνέπεια τη μείωση της μηχανικής αντοχής των οστών και αποτέλεσμα την αυξημένη συχνότητα καταγμάτων. Μπορεί να παρομοιαστεί με γηρατειά των οστών.
Η οστεοπόρωση προκαλεί μείωση των εμβιομηχανικών ιδιοτήτων των οστών η οποία συνδυάζεται με αυξημένο αριθμό καταγμάτων σε ορισμένες κλασικές περιοχές όπως είναι το ισχίο, τα σπονδυλικά σώματα, ο ώμος και το περιφερικό άκρο της κερκίδος χωρίς να περιορίζεται όμως αποκλειστικά σ΄αυτές. Τα κατάγματα στο ισχίο, διατροχαντήρια ή υποκεφαλικά, είναι γνωστά και καθιερωμένα στη συνείδηση όλων ότι συμβαίνουν στους ηλικιωμένους και ότι αντιμετωπίζονται χειρουργικά.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα κατάγματα στη σπονδυλική στήλη τα οποία, παρά την μεγάλη συχνότητά τους συχνά περνούν απαρατήρητα ακόμα και στις μέρες μας ιδιαίτερα σε ηλικιωμένα άτομα και πιο πολύ σε γυναίκες γιατί θεωρείται κάτι συνηθισμένο να υπάρχει πόνος στη ράχη ή τη μέση και "να μη μπορεί να περπατήσει όρθια η γιαγιά". Η αιτία είναι, τις περισσότερες φορές, ένα συμπιεστικό κάταγμα στο σώμα ενός σπονδύλου το οποίο όμως μπορεί εύκολα να θεραπευθεί με τις σημερινές εξελιγμένες μεθόδους.
Επιδημιολογία
Η οστεοπόρωση αποτελεί το δεύτερο πρόβλημα υγείας σε παγκόσμιο επίπεδο. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, η πάθηση προσβάλει 1 στις 3 γυναίκες ηλικίας 60-70 ετών και 2 στις 3 ηλικίας άνω των 80 ετών. Για τους άνδρες η αναλογία είναι 1 στους 5 για τις ηλικίες άνω των 50 ετών. Στις Η.Π.Α. κάθε χρόνο καταγράφονται 1,5 εκατομμύριο κατάγματα που οφείλονται στην οστεοπόρωση και από αυτά περίπου τα μισά (700.000) αφορούν στη σπονδυλική στήλη. Η επίπτωση των ακτινολογικά επιβεβαιωμένων καταγμάτων στις γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση ανέρχεται σε 25% περίπου. Μετά την ηλικία των 50 ετών ο κίνδυνος να εμφανιστεί τέτοιου είδους κάταγμα είναι αυξημένος στις γυναίκες (16%) σε σχέση με τους άνδρες της ίδιας ηλικιακής ομάδας (5%). Μία ακόμα στατιστική διαφορά ανάμεσα σε γυναίκες και άνδρες είναι ο ρυθμός εμφάνισης σπονδυλικού κατάγματος κάθε χρόνο ο οποίος είναι 1% για τις γυναίκες και 0,6% για τους άνδρες. Στην Ελλάδα, 1 στις 2 γυναίκες και 1 στους 4 άνδρες ηλικίας άνω των 50 ετών θα εκδηλώσει ένα τουλάχιστον κάταγμα σχετιζόμενο με την οστεοπόρωση κατά τη διάρκεια της υπόλοιπης ζωής του.
Ποιά είναι όμως η ουσιαστική αντιμετώπιση αυτών των περιστατικών με κατάγματα της σπονδυλικής στήλης; Μόνο το ένα τρίτο από αυτά έχουν κάποια ιατρική αντιμετώπιση ενώ λιγότερα από το 10% εισάγονται για νοσοκομειακή περίθαλψη.
Αιτιολογία-παθογένεια
Το ανθρώπινο κόκκαλο είναι ένας ζωντανός οργανισμός ο οποίος βρίσκεται σε συνεχή διαδικασία αναδόμησης και ανακατασκευής της θεμέλιας ουσίας του (οστικές δοκίδες) με τη συνεχή δράση των κυττάρων που βρίσκονται ανάμεσα στις δοκίδες της, δηλαδή τους οστεοβλάστες και τους οστεοκλάστες. Σχηματίζεται αδρά από οστικές δοκίδες οι οποίες στην περιφέρεια είναι περισσότερο συμπυκνωμένες και σφιχτά δεμένες μεταξύ τους (φλοιός) ενώ στο κέντρο είναι πιο αραιές και με μικρότερες αντοχές (σπογγώδης μοίρα).
Τα οστά σχηματίζονται και αναπτύσσονται ταχύτατα ήδη από την ενδομήτρια ζωή και μετά τη γέννηση με κυρίαρχη τη δράση των οστεοβλαστών κάτι που συνεχίζεται μέχρι την εφηβεία αλλά και μετά, μέχρι τη τρίτη δεκαετία της ζωής. Ακολουθεί μια δεύτερη περίοδος σχετικής ισορροπίας και προοδευτικά η ισορροπία αυτή περνά προς την πλευρά της οστικής απορρόφησης όπου υπερτερεί η δράση των οστεοκλαστών. Αποτέλεσμα η προοδευτική απώλεια οστικής μάζας η οποία μπορεί να είναι από 3% μέχρι και 5% για κάθε δεκαετία.
Η οστική ανάπτυξη όσο και οι οστικές απώλειες αφορούν τόσο στον αριθμό όσο και στο μέγεθος των οστικών δοκίδων με επιπτώσεις στην αρχιτεκτονική αλλά και στην εμβιομηχανική του οστού ιδιαίτερα στη σπογγώδη μοίρα όπου γίνονται και οι μεγαλύτερες απώλειες τόσο στον αριθμό όσο και στο μέγεθος και στην αντοχή των οστικών δοκίδων.
Ιδιαίτερα σημαντικές είναι οι επιπτώσεις στις γυναίκες, κατά την πρώτη δεκαετία μετά την εμμηνόπαυση, όπου οι αλλαγές και οι απώλειες οστικής μάζας σχεδόν τριπλασιάζονται σε σύγκριση με το γενικό πληθυσμό. Αιτία γι΄αυτό είναι η έλλειψη των ορμονών που εκκρίνονται από τις ωοθήκες (οιστρογόνα). Ανάλογη κατάσταση στους άνδρες, δηλ. έλλειψη ορμονών που εκκρίνονται από τους όρχεις (τεστοστερόνη), δεν γίνεται απότομα γι΄αυτό και δεν παρατηρείται απότομη απώλεια οστικής μάζας στον ανδρικό πληθυσμό. Τα οιστρογόνα και η τεστοστερόνη είναι ορμόνες οι οποίες συμμετέχουν άμεσα στις μεταβολικές διαδικασίες της μεταφοράς και καθήλωσης του ασβεστίου στα οστά.
Αιτιολογικοί παράγοντες κινδύνου για οστεοπόρωση
Φυσιολογικοί παράγοντες
Παθολογικοί παράγοντες
Κατάγματα άνω άκρου
Τα οστεοπορωτικά κατάγματα του άνω άκρου διακρίνονται κυρίως στα κατάγματα του άνω άκρου του βραχιονίου (υποκεφαλικά) και κατάγματα του κάτω άκρου της κερκίδας (κατάγματα Colles ή Smith). Η αιτία είναι συνήθως μια απλή πτώση, γεγονός πολύ συνηθισμένο σε ηλικιωμένα άτομα και η αντιμετώπισή τους, στις περισσότερες περιπτώσεις, συντηρητικά.
Κατάγματα Ισχίου
Τα κατάγματα στο άνω άκρο του μηριαίου (υποκεφαλικά, διατροχαντήρια ή υποτροχαντήρια) έχουν ως κύριο παθολογικό υπόστρωμμα την μειωμένη οστική αντοχή και προκαλούνται μετά από πτώση συνήθως σε άτομα της τρίτης ηλικίας. Η κυριώτερη αιτία μείωσης της οστικής αντοχής είναι η οστεοπόρωση χωρίς να αποκλείονται όμως και άλλα παθολογικά αίτια όπως π.χ. μια μετάσταση ή ένας πρωτοπαθής όγκος.
Η θεραπεία είναι χειρουργική εκτός και αν υπάρχουν λόγοι οι οποίοι απαγορεύουν την εγχείρηση (παθολογικά αίτια). Στόχος της χειρουργικής θεραπείας είναι η αποκατάσταση της σταθερότητας του μηριαίου στην περιοχή του κατάγματος και η άμεση κινητοποίηση του ασθενή. Αυτό επιτυγχάνεται είται με οστεοσύνθεση (διατροχαντήρια ή υποτροχαντήρια) είτε με μερική αρθροπλαστική (υποκεφαλικά). Σε ορισμένες περιπτώσεις όπου συνυπάρχει φθορά και της αρθρικής επιφάνειας της κοτύλης είναι δυνατή η διενέργεια ολικής αρθροπλαστικής.
Είδη σπονδυλικών καταγμάτων
Ανάλογα με την ακτινολογική τους εικόνα, τα οστεοπορωτικά κατάγματα της σπονδυλικής στήλης κατατάσσονται σε α) αμιγή κατάγματα της πρόσθιας κολώνας του σπονδυλικού σώματος και β) κατάγματα ολόκληρου του σπονδυλικού σώματος ή κατάγματα δύο κολωνών. Ανάλογα με τον χρόνο που μεσολάβησε κατατάσσονται σε α) πρόφατα και β) παλαιά. Ανάλογα με την τοπογραφική τους εντόπιση διακρίνονται σε θωρακικά, θωρακο-οσφυϊκά και οσφυϊκά. Ανάλογα με τη μορφολογία της βλάβης διακρίνονται σε σφηνοειδή, αμφίκοιλα και συντριπτικά.
Η ακτινολογική κατάταξη είναι χρήσιμη για τον καθορισμό του είδους της θεραπείας. Κατάγματα με μικρή παραμόρφωση (αμφίκοιλα, σφηνοειδή) τα οποία αφορούν στην πρόσθια κολώνα ή παλαιά κατάγματα, τα οποία έχουν ήδη πωρωθεί, αντιμετωπίζονται συνήθως συντηρητικά και δεν χειρουργούνται. Πρόσφατα κατάγματα στα οποία εμπλέκεται και η μεσαία σπονδυλική κολώνα, σφηνοειδή με παραμόρφωση μεγαλύτερη από 25%-30% ή αμφίκοιλα με καθίζηση μεγαλύτερη του 25% ή συντριπτικά με προβολή τμήματος προς τον σπονδυλικό σωλήνα ή τα σπονδυλικά τρήμματα, είναι τα κατάγματα της σπονδυλικής στήλης τα οποία χρειάζονται χειρουργική θεραπεία.
Βασικό κριτήριο όμως για τη συνολική αντιμετώπιση ενός αρρώστου είναι η κλινική εικόνα όπου καθοριστικά στοιχεία είναι ο πόνος και τα νευρολογικά σημεία. Όταν ένας ασθενής πονάει ή έχει νευρολογικές επιπλοκές, παρά την όποια ευνοϊκή ακτινολογική εικόνα, επιβάλλεται, τις περισσότερες φορές, η χειρουργική θεραπεία.
Διαγνωστική προσέγγιση
Το σπονδυλικό κάταγμα είναι μία αρκετά ύπουλη παθολογική κατάσταση ίσως γιατί σε μεγάλο ποσοστό έχουμε συνηθίσει να θεωρούμε φυσιολογική την εικόνα του ηλικιωμένου ατόμου που περπατάει λίγο σκυφτά και πονάει όταν πάει να σηκωθεί ή να σηκώσει κάποιο βάρος ή δυσκολεύεται να περπατήσει. Ίσως και να έχει περάσει ακόμα και στη λαϊκή μας παράδοση μέσα από τα αριστουργήματα του Λύτρα ή τα έργα του Παπαδιαμάντη.
Το οστεοπορωτικό κάταγμα της σπονδυλικής στήλης δεν χρειάζεται, πολλές φορές, ιδιαίτερη βία για να γίνει. Φυσικά μπορεί να συμβεί μετά από ένα ατύχημα, αρκεί όμως πολλές φορές και μια απότομη κίνηση ή ένα σκύψιμο ή ένα σήκωμα βάρους για να σπάσει ένας αραιωμένος οστικά σπόνδυλος. Ο άρρωστος, συνηθέστερα η άρρωστη, αισθάνεται ξαφνικά πόνο στη μέση ή στη πλάτη και ανακουφίζεται όταν είναι στο κρεββάτι ή περπατάει σκυφτά με μικρά βήματα και ανασσαίνει με μικρές αναπνοές. Πονάει όταν βήχει ή όταν φταρνίζεται. Πονάει ακόμα και όταν προσπαθεί να σηκωθεί από το κρεββάτι ενώ νοιώθει σχετικά καλύτερα όταν σταθεροποιηθεί στην όρθια στάση.
Η κλινική εξέταση είναι σχετικά απλή. Ανιχνεύεται προκλητός πόνος στις απλές κινήσεις κάμψης και στροφής της σπονδυλικής στήλης στο επίπεδο που υπάρχει η υποψία για το κάταγμα και επίσης προκαλείται πόνος με άμεση πίεση από πίσω στο επίπεδο που υπάρχει ο σπασμένος σπόνδυλος. Η απλή πλάγια ακτινογραφία επιβεβαιώνει τα πράγματα.
Απόφαση για θεραπεία
Από τη στιγμή που θα μπεί η πρώτη αδρή ακτινογραφική διάγνωση μπαίνουν και τα πρώτα αναγκαστικά "ιατρικά" ερωτήματα στα οποία πρέπει υποχρεωτικά να δοθούν άμεσα απαντήσεις.
Πρώτο ερώτημα: αν το κάταγμα είναι καθαρά μηχανικό ή αν είναι παθολογικό, δηλαδή αν υπάρχει κάποια άλλη αιτία, εκτός από την οστεοπόρωση, η οποία αδυνάτισε το κόκκαλο και προκάλεσε το κάταγμα, όπως π.χ. μια κακοήθεια ή άλλη παθολογική κατάσταση που να χρειάζονται ιδιαίτερη προσοχή και θεραπεία.
Δεύτερο ερώτημα: αν το κάταγμα χρειάζεται χειρουργική θεραπεία ή αν θα αντιμετωπισθεί συντηρητικά. Αποκλειστικά καθ' ύλην αρμόδιος για έκφραση γνώμης είναι μόνο όποιος έχει επίσημα την ειδικότητα του ορθοπαιδικού και ακόμα καλύτερα αν ασχολείται εξειδικευμένα και με τη σπονδυλική στήλη. Αυτό επισημαίνεται γιατί το απλό κάταγμα στη σπονδυλική στήλη είναι ίσως από τα ελάχιστα κατάγματα για τα οποία πάρα πολλές φορές η γνώμη του ορθοπαιδικού δεν θεωρείται απαραίτητη και τη θεραπεία την αναλαμβάνει οποιοσδήποτε άλλος εκτός απ΄αυτόν. Η αλήθεια είναι ότι το κάταγμα είναι αυτόνομη νόσος και η μοναδική ειδικότητα αρμόδια για τα κατάγματα είναι η ορθοπαιδική.
Τρίτο ερώτημα: αν χρειάζεται η συνδρομή ιατρού άλλης ειδικότητας στη συνολική ολοκληρωμένη αντιμετώπιση του συγκεκριμένου ασθενή. Όπως φαίνεται και στον πίνακα με τους αιτιολογικούς παράγοντες κινδύνου για την οστεοπόρωση, είναι αρκετές οι ιατρικές ειδικότητες που εμπλέκονται σε περιστατικά με οστεοπόρωση και σε πολλές περιπτώσεις υπάρχει η πιθανότητα ένα κάταγμα να είναι η αφορμή να μάθει ο ασθενής μια πάθηση που υπήρχε αλλά δεν την ήξερε ή δεν έκανε τη θεραπεία που έπρεπε.
Απεικονιστικός έλεγχος
Απλές ακτινογραφίες: Οι απλές ακτινογραφίες της σπονδυλικής στήλης καλό είναι να βγαίνουν με τον άρρωστο σε όρθια στάση γιατί έτσι μας δίνουν πρόσθετες πληροφορίες και για την εμβιομηχανική της περιοχής. Επίσης καλό είναι να βγαίνουν σήμερα σε μηχανήματα προηγμένης τεχνολογίας (ψηφιακές) που δίνουν εικόνες με πολύ καλύτερη ευκρίνεια αλλά και χρησιμοποιούν λιγότερη ακτινοβολία. Με την απλή ακτινογραφική απεικόνιση είναι δυνατή η εύκολη αναγνώριση της μορφής των σπονδυλικών σωμάτων και η εντόπιση των ανατομικών στοιχείων κάθε σπονδύλου. Σε περίπτωση που υπάρχει οστική αραίωση, όπως στην οστεοπόρωση, αυτή εύκολα αναγνωρίζεται, ιδιαίτερα στις ψηφιακές ακτινογραφίες ενώ όταν υπάρχει παραμόρφωση, όπως π.χ. σε ένα κάταγμα, επίσης διακρίνεται εύκολα ιδιαίτερα στις πλάγιες λήψεις.
Αξονική τομογραφία (CT): Πολύ χρήσιμη ακτινογραφική μέθοδος απεικόνισης της σπονδυλικής στήλης σε πολλαπλές τομές και με διάφορες γωνίες. Δίνει τη δυνατότητα για πολύ καλές απεικονίσεις κυρίως των οστών και λιγότερο καλά των άλλων ανατομικών στοιχείων όπως οι μεσοπονδύλιοι δίσκοι, τα νεύρα, οι μύες, τα αγγεία κλπ. Σε περιστατικά με οστεπόρωση, κατάγματα ή παραμορφώσεις, είναι ιδιαίτερα διαφωτιστικές οι εικόνες ιδιαίτερα των οστών με πληροφορίες τόσο για τη μορφή όσο και για τη λεπτή υφή του φλοιού και της σπογγώδους μοίρας κάθε σπονδύλου.
Τρισδιάστατη Αξονική Τομογραφία (3D-CT): Βασίζεται στις ίδιες αρχές με αυτές της αξονικής τομογραφίας με τη διαφορά ότι το αποτέλεσμα είναι εικόνες τριών διαστάσεων, ιδιαίτερα χρήσιμες στη διαφορική διάγνωση δύσκολων περιστατικών ή για τον προγραμματισμό δύσκολων χειρουργικών επεμβάσεων.
Μαγνητική τομογραφία (MRI): Απεικονιστική εξέταση χωρίς ακτινοβολία η οποία δημιουργεί άριστες εικόνες των μαλακών ανατομικών μορίων με τη βοήθεια ισχυρών μαγνητικών πεδίων. Μεγάλο πλεονέκτημά της η πολύ καλή απεικόνιση των μαλακών ανατομικών μορίων όπως ο νευρικός ιστός, οι σύνδεσμοι, οι μύες, οι χόνδροι αλλά και τα οστά τα οποία απεικονίζονται ανάλογα με την περιεκτικότητά τους σε νερό. Μειονέκτημα το ότι δεν μπορεί να γίνει σε άτομα που έχουν συσκευές οι οποίες επηρεάζονται από μαγνητικά πεδία, π.χ. βηματοδότες, ή έχουν μεταλλικά εμφυτεύματα που μαγνητίζονται. Με τη μαγνητική τομογραφία έχουμε άριστες εικόνες της μικρο-ανατομίας και των οστών και πληροφορίες τόσο για την οστική πυκνότητα όσο και για την παθολογία των σπονδύλων.
Μέτρηση οστικής πυκνότητας (BMD): Ιδιαίτερα χρήσιμη εξέταση για τον προσδιορισμό της πυκνότητας των οστών σε ανόργανα συστατικά (άλατα). Είναι ανώδυνη, αναίμακτη και γίνεται με στόχευση σε συγκεκριμένα οστά, το μηριαίο στην περιοχή του ισχίου ή στην οσφυϊκή μοίρα της σπονδυλικής στήλης, με τη μέθοδο DEXA, από τα αρχικά των λέξεων Dual Energy X-ray Absorptiometry, και διαρκεί λίγα μόνο λεπτά. Η ακτινοβολία είναι πραγματικά ελάχιστη, λιγότερη και από μια απλή ακτινογραφία. Το αποτελέσμα συγκρίνεται με αποτελέσματα υγειών ατόμων του ίδιου φύλου και της ίδιας ηλικίας και το τελικό σκορ ή Τ-score δείχνει συγκριτικά τη κατάσταση του εξεταζόμενου σε σύγκριση με έναν, κατά τεκμήριο, υγιή πληθυσμό. Αποτελέσματα Τ-score στο -1.0 ισοδυναμούν με φυσιολογική οστική πυκνότητα, από -1.0 έως -2.5 υποδηλώνουν χαμηλή οστική πυκνότητα στα όρια της οστεοπενίας ενώ μετρήσεις από -2.5 και μεγαλύτερες δείχνουν μεγάλη οστική αραίωση και οστεοπόρωση.
Οι μετρήσεις της οστικής πυκνότητας με τη μέθοδο DEXA στη σπονδυλική στήλη είναι περισσότερο αξιόπιστες όταν γίνονται σε πλάγια θέση, γιατί στοχεύουν αποκλειστικά στα σπονδυλικά σώματα, κάτι όμως που γίνεται σε λίγα εργαστήρια γιατί απαιτεί την εγκατάσταση ιδιαίτερου λογισμικού και λίγο περισσότερο χρόνο.
Σπινθηρογράφημμα: Δεν είναι ιδιαίτερα χρήσιμη εξέταση για την αξιολόγηση της οστεοπενίας ή της οστεοπόρωσης παρουσιάζει όμως μεγάλη ευαισθησία στην ανίχνευση των σπονδυλικών καταγμάτων, όγκων ή φλεγμονής. Παραμένει θετικό για μεγάλο διάστημα, μέχρι και 2 χρόνια μετά από ένα σπονδυλικό κάταγμα και μπορεί να πιστοποιήσει και μικρά κατάγματα τα οποία δεν αποκαλύφθηκαν σε απλές ακτινογραφίες.
Πρόληψη
Βασική αρχή στην αντιμετώπιση της οστεοπόρωσης και των επιπτώσεών της είναι η πρόληψη η οποία μπορεί να διακριθεί σε δυο σκέλη α) στη δημιουργία όσο το δυνατόν μεγαλύτερης οστικής μάζας κατά την περίοδο της οστικής ανάπτυξης και β) στη μείωση των οστικών απωλειών κατά την περίοδο της οστικής απώλειας. Η διατροφή και η σωματική άσκηση είναι δυο παράγοντες καθοριστικοί και στα δυο σκέλη.
Το ασβέστιο αποτελεί απαραίτητο συστατικό για την αύξηση και την ανάπτυξη του σκελετού ενώ η βιταμίνη D μεγιστοποιεί την εντερική απορρόφηση του ασβεστίου. Η ισορροπημένη και σωστή διατροφή στη βρεφική, παιδική και εφηβική ηλικία αλλά και αργότερα μέχρι την ηλικία των τριάντα ετών, όταν συμπληρώνεται η οστική ανάπτυξη, είναι καθοριστική για το σχηματισμό σωστών και "γεμάτων" οστών. Τροφές πλούσιες σε ασβέστιο και βιταμίνη D είναι τα γαλακτοκομικά, δημητριακά, αυγά (ο κρόκος), σηκώτι και τα φρέσκα φρούτα και λαχανικά και περιλαμβάνονται άφθονες στη "Μεσογειακή διατροφή". Οπωσδήποτε δεν ανήκουν στη σωστή δίαιτα τα συντηρημένα προϊόντα και οι τροφές "fast food". Η έκθεση στον ήλιο είναι ένας άλλος παράγων που συντελεί στη σωστή οστική ανάπτυξη. Δεν χρειάζεται πολύ, αρκούν 10-15 λεπτά, 2-3 φορές την εβδομάδα για το σχηματισμό της απαραίτητης βιταμίνης D στο δέρμα. Το κάπνισμα και το αλκοόλ, είναι δύο παράγοντες που εναντιώνονται τόσο στο σωστό σχηματισμό οστικής μάζας όσο και στη διατήρηση οστικού όγκου.
Η σωματική άσκηση λειτουργεί για τα οστά όπως ακριβώς λειτουργεί και για τον μυϊκό ιστό. Όπως δηλ. η γυμναστική έχει σαν αποτέλεσμα την αύξηση του όγκου και της δύναμης των μυών έτσι και οι επαναλαμβανόμενες φορτίσεις του σκελετού έχουν ως αποτέλεσμα την αύξηση του όγκου και της αντοχής των οστών κατά την περίοδο της ανάπτυξής τους, μέχρι την ηλικία των 30 ετών. Παρόμοιο είναι το αποτέλεσμα και μετά τα 30, όπου η γυμναστική συντελεί στη διατήρηση της οστικής μάζας και προλαμβάνει τις απώλειες ασβεστίου από τα κόκκαλα.
Φαρμακευτική θεραπεία
Καλό είναι να τονισθεί ότι οποιαδήποτε φαρμακευτική αγωγή σχετική με την οστεοπόρωση, στις περιπτώσεις που έχει ήδη προκληθεί κάταγμα, δεν έχει καμμία επίδραση στο ίδιο το κάταγμα.
Καλό είναι επίσης να τονιστεί ότι η φαρμακευτική αγωγή για την οστεοπόρωση είναι ουσιαστικά κάτω από διαρκή επιστημονική διερεύνηση και πολλά ακόμα δεν έχουν διευκρινιστεί απόλυτα και οριστικοποιηθεί. Τα φαρμακευτικά σκευάσματα διαρκώς ανανεώνονται και κάθε νέο βρίσκεται σε καθεστώς διαρκούς δοκιμασίας και αμφισβήτησης.
Οι ειδικότητες οι οποίες εμπλέκονται είναι, εκτός από την ορθοπαιδική, η παθολογία, η ρευματολογία και η ενδοκρινολογία με επικρατέστερη την τελευταία.
Συντηρητική θεραπεία
Από τη στιγμή που θα αποφασιστεί ότι δεν χρειάζεται ή δεν θα γίνει χειρουργική θεραπεία, άμεσοι στόχοι της συντηρητικής θεραπείας είναι α) η διατήρηση της παραμόρφωσης στα αρχικά επίπεδα και β) η αναλγησία του ασθενή. Η συγκράτηση της παραμόρφωσης γίνεται με αποφυγή των κινήσεων, δηλ. με κλινοστατισμό στα αρχικά στάδια και με τον κατάλληλο κηδεμόνα στη συνέχεια ενώ η αναλγησία γίνεται με παυσίπονα είτε από το στόμα ή υπόθετα, είτε και ενέσιμα. Να σημειωθεί ότι τα φάρμακα για την οστεοπώρωση, σε καμμία περίπτωση, δεν επιταγχύνουν ή διευκολύνουν την πώρωση ενός κατάγματος από τη στιγμή που αυτό έχει γίνει. Ορισμένα βρέθηκε μόνο να έχουν αναλγητική δράση, όπως π.χ. η καλσιτονίνη, αλλά παρόμοια δράση έχουν και τα συνηθισμένα παυσίπονα.
Ο έντονος πόνος διαρκεί συνήθως 4-6 εβδομάδες, στη συνέχεια μετριάζεται αλλά συνεχίζεται μέχρι τους 3 μήνες και μετά συνεχίζεται αλλά πολύ λίγος φτάνοντας μέχρι και τους 8 έως 12 μήνες. Οι κινήσεις που προκαλούν έντονο πόνο είναι κυρίως η κάμψη (σκύψιμο) και οι στροφές όπως και η απότομη αύξηση της πίεσης στην κοιλιά, π.χ. φτάρνισμα, βήχας κλπ.
Οι κηδεμόνες οι οποίοι είναι κατάλληλοι για τη σωστή ακινητοποίηση της σπονδυλικής στήλης πρέπει να είναι αρκετά μεγάλοι σε ύψος και να υπερκαλύπτουν, προς τα πάνω και κάτω, την περιοχή του κατάγματος. Πρέπει επίσης να είναι αρκετά άκαμπτοι ώστε να συγκρατούν το σώμα και να εμποδίζουν τις κινήσεις. Ζώνες ελαστικές, μικρές και χωρίς σκληρές ενισχύσεις είναι εντελώς ακατάλληλες.
Ο ακτινολογικός έλεγχος είναι απαραίτητος και σε διαστήματα όχι μεγαλύτερα από ένα μήνα ώστε να τεκμηριωθεί η σταθερότητα της μορφής του κατάγματος. Στις περιπτώσεις που εμφανίζεται αύξηση της παραμόρφωσης καλό είναι να γίνεται επανεκτίμηση και όταν αλλάζει η κατηγοριοποίηση να γίνεται χειρουργική θεραπεία.
Χειρουργική θεραπεία
Στόχος της χειρουργικής θεραπείας είναι η ανάταξη της παραμόρφωσης που έχει προκληθεί και η εξάλειψη των μικροκινήσεων που γίνονται ανάμεσα στα σπασμένα μικρά τμήματα του σπασμένου σπονδύλου. Αυτό επιτυγχάνεται με την άμεση σκλήρυνση και συγκόληση των πολλών μικρών σπασμένων τμημάτων του σπονδύλου, για την ακρίβεια του σπονδυλικού σώματος, είτε στη θέση που βρίσκονται (σπονδυλοπλαστική) είτε μετά από μερική ανάταξη της παραμόρφωσης (κυφοπλαστική). Σε περιπτώσεις που δεν είναι δυνατή η ενδοστική συγκόληση των οστικών μικρο-τεμαχίων με ενδοστική έγχυση οστικού τσιμέντου γίνεται κανονική σπονδυλοδεσία με μεταλλικό σύστημα σταθεροποίησης.
Το οστικό τσιμέντο δεν είναι παρά Plexiglas ή επιστημονικώτερα poly-methyl meth-acrylate (PMMA) ειδικά τροποποιημένο για ιατρική χρήση ώστε να εκλύεται πολύ μικρότερη θερμότητα κατά τη διαδικασία σκλήρυνσης. Σε ορισμένα περιστατικά, ειδικά σε άτομα νεαρής ηλικίας, είναι δυνατή η χρήση υγρού οστικού αλλο-μοσχεύματος αντί για οστικό τσιμέντο.
Δεν υπάρχουν ουσιαστικές αντενδείξεις για τη χειρουργική θεραπεία των καταγμάτων της σπονδυλικής στήλης τα οποία έχουν προκαλέσει παραμόρφωση του σπονδυλικού σώματος μεγαλύτερη από το 30%. Μοναδικές αντενδείξεις είναι αποκλειστικά παθολογικού χαρακτήρα καταστάσεις οι οποίες αυξάνουν πολύ τον εγχειρητικό κίνδυνο, όπως π.χ. καρδιοπάθειες, βαρειάς μορφής αναπνευστική ανεπάρκεια κ.ά.
Κυφοπλαστική
Η Κυφοπλαστική αναπτύχθηκε αρχικά για τη θεραπεία αιμαγγειωμάτων τα οποία υπήρχαν μέσα σε σπονδυλικά σώματα. Αποτελεί σήμερα την πιο σύγχρονη και πιο απλή και γρήγορη μέθοδο αντιμετώπισης των πρόσφατων οστεοπορωτικών καταγμάτων της σπονδυλικής στήλης. Γίνεται διαδερμικά με την εισαγωγή ενός μικρού μπαλλονιού μέσα στο σπασμένο σπονδυλικό σώμα το οποίο διαστέλλεται και με τον τρόπο αυτό, γίνεται αρχικά σταδιακή ανάταξη της παραμόρφωσης που έχει προκληθεί από το κάταγμα αλλά δημιουργείται και μια μικρή κοιλότητα μέσα στη σπογγώδη μοίρα του σπασμένου σπονδυλικού σώματος. Μέσα στην κοιλότητα αυτή εγχύεται σε υγρή μορφή και με μικρή σχετικά πίεση οστικό τσιμέντο (PMMA) το οποίο όταν στερεοποιηθεί, μετά από λίγα λεπτά (6-8), αποκαθιστά και τις εμβιομηχανικές ιδιότητες του σπονδυλικού σώματος. Ο ασθενής μπορεί πλέον να κινείται σχετικά άνετα, χωρίς πόνους και με διορθωμένη και την παραμόρφωση που υπήρχε πριν από την επέμβαση. Άν η επέμβαση γίνει με τοπική αναισθησία μπορεί να φύγει από το νοσοκομείο μετά από 2-3 ώρες, άν γίνει με γενική αναισθησία μετά από 12-24 ώρες. (Βλέπε: "Κυφοπλαστική" θεραπείες - Σπονδυλική Γενικά)
Επιπλοκές: Οι διαρροές του υγρού οστικού τσιμέντου σε αγγείο ή προς τον σπονδυλικό σωλήνα με πιό σοβαρές συνέπειες την πνευμονική εμβολή ή παραπληγία αποτελούν την πιό σοβαρή επιπλοκή. Αναφέρονται στη διεθνή βιβλιογραφία σε ποσοστά που κυμαίνονται ανάλογα με το άν έχουν σοβαρές κλινικές επιπτώσεις (0,2%-1%) ή είναι χωρίς ιδιαίτερες κλινικές συνέπειες (3%-12%). Εξυπακούεται ότι η συχνότητα αλλά και η σοβαρότητα των επιπλοκών είναι αντιστρόφως ανάλογες με την ικανότητα και την εμπειρία του χειρουργού.
Σπονδυλοπλαστική
Η σπονδυλοπλαστική είναι πολύ πιο απλή από την κυφοπλαστική είναι όμως και λιγότερο αποτελεσματική. Γίνεται με τον ίδιο τρόπο, δηλαδή με διαδερμική έγχυση οστικού τσιμέντου μέσα στο σπασμένο σπονδυλικό σώμα αλλά χωρίς να έχει προηγηθεί ανάταξη της παραμόρφωσης με μπαλλόνι. Για το λόγο αυτό η έγχυση υγρού οστικού τσιμέντου γίνεται με αρκετά μεγάλη πίεση μέσα στον σπασμένο σπόνδυλο, κάτι που εγκυμονεί περισσότερους κινδύνους για διαφυγή του σε σύγκριση με την κυφοπλαστική. Σε περίπτωση που παρατηρηθεί διαφυγή διακόπτεται αναγκαστικά η διαδικασία της έγχυσης κάτι που έχει παρατηρηθεί στο 30% περίπου των περιπτώσεων. Η σπονδυλοπλαστική όπως και η κυφοπλαστική είναι αποτελεσματικές σε ποσοστά μεγαλύτερα του 95% σε ότι αφορά στην εξάλειψη ή την πολύ μεγάλη μείωση του πόνου αλλά μόνο σε σχετικά πρόσφατα κατάγματα. Σε παληά οστεοπορωτικά κατάγματα η αποτελεσματικότητά της πέφτει σε επίπεδα που φτάνουν μόλις το 59%.
Σπονδυλοδεσία
Η σπονδυλοδεσία αποτελεί την άριστη λύση όταν το κάταγμα είναι παληό ή έχει τέτοια ή τόση συντριβή που κάνει απαγορευτική τη διενέργεια σπονδυλοπλαστικής ή κυφοπλαστικής. Με τα σημερινά δεδομένα και η σπονδυλοδεσία μπορεί να γίνει, υπό προϋποθέσεις και αυτή με μικρο-επεμβατική τεχνική ή με ανοιχτή τεχνική ή και σε συνδυασμό με κυφοπλαστική ή μεμονωμένα. Ανάλογα με την εντόπιση και τον τύπο του κατάγματος η νοσηλεία είναι σχετικά μικρή, από 1 έως 3 ημέρες. Τα αποτελέσματα της σπονδυλοδεσίας είναι άμεσα και μόνιμα.
Συμπεράσματα
Η οστεοπόρωση θα μπορούσε κάλλιστα να χαρακτηριστεί ως ασθένεια της εποχής από τη στιγμή που καταλάβαμε τους αιτιο-παθογεννετικούς μηχανισμούς που την προκαλούν και αποκτούμε σιγά-σιγά και τα φάρμακα που συμβάλουν στη θεραπεία της.
Τα κατάγματα στην περιοχή του ισχίου είναι γνωστά ιδιαίτερα για τη τρίτη ηλικία ενώ η πρόοδος στη χειρουργική τους αντιμετώπιση είναι καταξιωμένη και χωρίς αμφισβήτηση.
Τα κατάγματα της σπονδυλικής στήλης, από την άλλη μεριά, εξακολουθούν να βρίσκονται υπό αμφισβήτηση κυρίως σε ότι αφορά στην αρμοδιότητα του "θεράποντα ιατρού" από τη στιγμή που αναγνωρίζεται μεν η ύπαρξη του "κατάγματος" αλλά δεν αναγνωρίζεται η αναγκαιότητα της αρμοδιότητας του κατάλληλου ειδικού για τη θεραπεία του συγκεκριμένου κατάγματος. Τα σπονδυλικά κατάγματα είναι συχνά σε οστεοπορωτικούς ασθενείς και προκαλούν σημαντικά προβλήματα σε μία ιδιαίτερα ευαίσθητη ομάδα πληθυσμού.
Η πρόληψη της γεννεσιουργού αιτίας, της οστεοπόρωσης ως νόσου, μπορεί και πρέπει σήμερα να γίνεται υπό την επίβλεψη και καθοδήγηση πολλών ειδικοτήτων (παθολόγος, ορθοπαιδικός, ρευματολόγος, ενδοκρινολόγος κ.ά.). Από τη στιγμή όμως που θα δημιουργηθεί η "νόσος κάταγμα", μοναδικός αρμόδιος και υπεύθυνος είναι αποκλειστικά όποιος έχει την ειδικότητα για την ολοκληρωμένη αντιμετώπιση του κατάγματος, δηλαδή χειρουργός-ορθοπαιδικός. Στην αντίθετη περίπτωση θα συνεχίζουν να υποθεραπεύονται ασθενείς με κατάγματα της σπονδυλικής στήλης και τελικά να φτάνουν στα νοσοκομεία περιστατικά παραμελημένα που θα μπορούσαν να είχαν αντιμετωπισθεί έγκαιρα και σωστά.
Κανένα
Κανένα