ΚΥΣΤΕΙΣ TOY TARLOV
Ιστορικό: Η πρώτη περιγραφή έγινε το 1938 στον Καναδά από τον Tarlov (Ταρλώφ) ο οποίος τις παρατήρησε και τις περιέγραψε σε πτωματικά ανατομικά παρασκευάσματα.
Περιέγραψε ορισμένες κύστεις οι οποίες σχηματίζονται στο περίβλημα των ιερών και κοκκυγικών ριζών στα εξωτερικά όμως όρια γάγγλιου και νωτιαίας ρίζας. Το τοίχωμα μιας κύστης του Ταρλώφ περιέχει και νευρικές ίνες από την νωτιαία ρίζα ή νευρικά κύτταρα από το νωτιαίο γάγγλιο. Ο τρόπος δημιουργίας/κατασκευής της κύστης Ταρλώφ επιτρέπει την μερική ή δυνητική πλήρωσή της με εγκεφαλονωτιαίο υγρό σε ορισμένες περιπτώσεις. Οι κύστεις του Ταρλώφ μοιάζουν αρκετά με τα μηνιγγικά εκκολπώματα, με τα οποία και συγχέονται, έχουν όμως συγκεκριμένες καθοριστικές διαφορές απ' αυτά. Τα μηνιγγικά εκκολπώματα εντοπίζονται πριν από τα νωτιαία γάγγλια, έχουν άμεση επικοινωνία με το εγκεφαλονωτιαίο υγρό και το τοίχωμά τους δεν περιέχει νευρικές ίνες ή κύτταρα.
Οι εξελίξεις στις μεθόδους απεικόνισης με αξονική τομογραφία (CT), μαγνητική τομογραφία (MRI) σε συνδυασμό με μυελογραφία ή εγχύσεις σκιαγραφικού επέτρεψε σαφώς καλύτερες περιγραφές και καλύτερες σταδιοποιήσεις και κατηγοριοποιήσεις της αρχικής περιγραφής του Tarlov. Σήμερα οι συγκεκριμένες κύστεις χαρακτηρίζονται ως Τύπου ΙΙ, δηλ. "Εξωσκληρίδιες μηνιγγικές κύστεις με νευρικές τοιχωματικές ίνες" . Οι Τύπου Ι είναι οι "Εξωσκληρίδιες μηνιγγικές κύστεις χωρίς νευρικές τοιχωματικές ίνες" και οι Τύπου ΙΙΙ είναι οι "Ενδοσκληρίδιες μηνιγγικές κύστεις".
Σημερινά δεδομένα: Παρά την αρχική περιγραφή (1938) ότι οι κύστεις εντοπίζονται στο ιερό και είναι ασυμπτωματικές, τα σημερινά δεδομένα έχουν καταλήξει ότι οι περινευρικές κύστεις του Ταρλώφ αναπτύσσονται σε ολόκληρο το μήκος της σπονδυλικής στήλης (αυχενική μοίρα, θωρακική μοίρα, οσφυϊκή μοίρα και ιερό). Στις περισότερες περιπτώσεις (80%) αποτελούν τυχαία ευρήμματα μιας αξονικής τομογραφίας (CT) ή μαγνητικής τομογραφίας (MRI) αλλά ένα μεγάλο ποσοστό (20%) εκδηλώνονται με συμπτώματα από πίεση των νωτιαίων ριζών.
Συμπτώματα: Οι κλινικές εκδηλώσεις εξαρτώνται απόλυτα από την εντόπιση των κύστεων του Ταρλώφ. Eπιτείνονται χαρακτηριστικά με δοκιμασίες Valsava (βήχας, φτάρνισμα, ορθοστασία, κ.ά.) οι οποίες αυξάνουν την πίεση μέσα στις κοιλότητες του σώματος και κατά συνέχεια αυξάνουν την υδροστατική πίεση στο εγκεφαλονωτιαίο υγρό. Στην αυχενική μοίρα μπορούν να προκαλέσουν συμπτωματολογία αυχενικού συνδρόμου. Στη θωρακική μοίρα, εκτός από εντοπισμένο πόνο στην πλάτη ή στη διαδρομή ενός μεσοπλεύριου νεύρου, υπάρχει η πιθανότητα να μιμηθούν ακόμα και συμπτώματα στηθάγχης. Στην οσφυϊκή μοίρα εκδηλώνονται με τη μορφή ισχιαλγίας ή και τοπικού πόνου ενώ στο ιερό προκαλούν τοπικά πόνο κυρίως όμως συμπτώματα από την ούρηση φτάνοντας μέχρι και στητική ανικανότητα στους άνδρες.
Αντιμετώπιση: Μικρές κύστεις του Ταρλώφ (με διάμετρο < 1,5 εκ.) αντιμετωπίζονται συντηρητικά με αντιφλεγμονώδη και φυσικοθεραπεία. Κύστεις μεγαλύτερες από 1,5 εκ. με συμπτώματα τα οποία επιμένουν και δεν υποχωρούν με συντηρητική αγωγή αντιμετωπίζονται χειρουργικά. Η ολική αφαίρεση δεν ενδείκνυται γιατί έχει ως αποτέλεσμα και την καταστροφή της αντίστοιχης νωτιαίας ρίζας. Καλύτερα συγκριτικά αποτελέσματα φαίνεται να έχει η διάνοιξη του τοιχώματος της κύστης και επανασυρραφή με συρρίκνωση ή θερμοκαυτηρίαση. Έχει δοκιμαστεί και η εκτόνωση της πίεσης του ΕΝΥ με εγκατάσταση περιφερικής παροχής αλλά με όχι τόσο ικανοποιητικά αποτελέσματα.
Τελευταία επιτυχημένη αντιμετώπιση των κύστεων Tarlov φαίνεται πως είναι η μικρο-επεμβατική εκκένωση με κλειστή παρακέντηση και σταδιακή συρίκνωση η οποία ακολουθείται από στεγανοποίηση με τοπική έγχυση συγκολλητικής βιολογικής ουσίας.
Συμπεράσματα: Οι κύστεις του Ταρλώφ είναι κυστικά μορφώματα τα οποία αναπτύσσονται στα όρια νωτιαίου γαγγλίου και νωτιαίας ρίζας. Εμφανίζονται οπουδήποτε στη σπονδυλική στήλη (αυχένας, θώρακας, μέση, ιερό) και μπορεί να προκαλέσουν συμπτώματα από πίεση της αντίστοιχης ρίζας. Μικρές κύστεις αντιμετωπίζονται συντηρητικά ενώ μεγάλες (> 1,5 cm) μπορεί να χρειαστούν επεμβατική θεραπεία.